Танасис Мусопулос

Facebook, 30.01.2022

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ …

Κωνστάνς Δημά «Αφιερώσεις» - Constance Dima Dédicaces”, 2021, εκδ. Φίλντισι

Πρόσφατη  έκδοση  της  πολύπλευρης και περιπετειώδους ζωής  Κωνστάνς είναι  η ελληνογαλλική ποιητική συλλογή με τον καθαρό και  άμεσο τίτλο «Αφιερώσεις».

Στο παρελθόν, ζώντας η δημιουργός στην Ξάνθη, όπου εξέδωσε και τις τρεις πρώτες ποιητικές της συλλογές, μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω την Κωνστάνς και το ως τότε έργο της. Το 1995 στο κείμενό μου: Κωνστάνς Δημά  «Από τα βάθη της ψυχής στη σκιά και στο φως» αναφέρομαι στο ως τότε ποιητικό της έργο.  Ένας μικρός περίπατος στο έργο της.

Στην  πρώτη ποιητική συλλογή «Ιmο Pectore» που κυκλοφόρησε στην Ξάνθη το 1990, η ίδια η Κωνστάνς Δημά, προλογίζοντας την ποιητική της συλλογή, παρατηρεί:

«Δεν είμαι ποιήτρια. Τα ποιήματά μου βγήκαν αυθόρμητα, είναι έκρηξη της στιγμής. Η ποίηση για μένα είναι μια συνεχής οδύνη, αλλά και μια συνεχής ελπίδα, όπως κάθε έρωτας».

Η πίκρα της ζωής σταλαγμένη στιγματίζει την ποίησή της, ωριμασμένη: «Διδάχτηκα από πολύ νωρίς το δάκρυ αλμυρό να καταπίνω και να χαμογελώ». Αλλά προθέτει;  «Η αγάπη είν’ το κάλεσμα στη ζωή. Όταν πάψεις ν’ αγαπάς είσαι ήδη νεκρή».

Η δεύτερη ποιητική συλλογή. «Αποχρώσεις των ονείρων» (κυκλοφόρησε στην Ξάνθη, το 1993), η ποιήτρια δηλώνει:

«Δεν ψάχνω την κοινή αποδοχή./ Ψάχνω την αποδοχή του εαυτού μου / μες απ’  τη ροή των ονείρων μου».

Η τρίτη συλλογή της που κυκλοφόρησε «Σκιά και φώς», στην Ξάνθη το 1995, με  ποιήματα 1993-95, είναι Ελληνο-γαλλική έκδοση,  συμπληρώνει τον δρόμο που χάραξε στις προηγούμενες συλλογές:  «Η απόσταση ανάμεσα σ’ αυτό που έχω / και σ’  αυτό που λαχταρώ / ένα τεράστιο αίσθημα απομόνωσης».

Για το λόγο τούτο είχα γράψει με ειλικρίνεια: «Η Κωνστάνς Δημά με την τελευταία ποιητική συλλογή της πέρασε σε υψηλά σκαλοπάτια ποίησης. Δεν δικαιούται πια να λέγει: «Δεν είμαι ποιήτρια».

Στη νέα του συλλογή με Αφιερώσεις σε παιδιά, εγγόνια και φίλους  η  ποιήτρια ουσιαστικά καταβάλλει μια ειλικρινή και συνεχή  προσπάθεια  αυτογνωσίας  και αυτοεπιβεβαίωσης.

Η θεατρολόγος, υποψήφια διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών Κατερίνα Θεοδωράτου στον Πρόλογό της , ανάμεσα στα άλλα, γράφει:

«Η προσφυγιά και η ορφάνια σε τρυφερή ηλικία της στέρησαν την ψυχική βάση και την ασφάλεια της πατρίδας, την προίκισαν ωστόσο με την άναρχη ανεξαρτησία των αποδημητικών πουλιών. Πατρίδα είναι η Φωνή και η ποίησή της, που την συντροφεύουν παντού, ως σταθερό υπέδαφος, στυλοβάτες και νοηματοδότες της ύπαρξής της. Έτσι, η φαινομενική κραυγή απελπισίας «Ξένη παντού» προσλαμβάνεται –ανεπίγνωστα ενδεχομένως και από την ίδια- και ως άγρια κραυγή ελευθερίας.

Τα αγαπημένα πρόσωπα των Αφιερώσεων λειτουργούν και αυτά ως υποκατάστατα πατρίδας, που όμως υπόκεινται στην Ελευθερία της Αγάπης – την μόνη ίσως σταθερή και αμετακίνητη ‘εντοπιότητα’».

Κλείνοντας τον περίπατό μας στη συλλογή του Κωνστάνς , παραθέτουμε χαρακτηριστικούς στίχους της:

Μαριάννα μου – Ηλιαχτίδα μου

[…] Ξέρω όμως ότι γεννήθηκε / για να φτάσεις αγωνιζόμενη στα αστέρια / για να δίνεις ελπίδα στους ανθρώπους / για να τους εμπνέεις να ψάχνουν / την ομορφιά και το καλό / που υπάρχει μέσα τους […]

Το Καλινάκι

[…] Κόρη  μιας Καλλινώς κι εγώ, / παιδί της μάνας που δε γνώρισα / και δεν άκουσα τη φωνή της. / Πάντα γι’ αυτό μου έλειπε / κι ακόμη πολύ μου λείπει […] Τα  δύο στοιχεία είν’ αυτά, / που κουβαλάμε στη ζωή: / Η ομορφιά και η χαρά / και χέρι χέρι από την άλλη, / η πίκρα με το βάσανο.

Στο εγγονό μου Νίκο – Νικόλαο

[…] Μύριζε πρόωρη άνοιξη, όταν γεννήθηκες / μια φθινοπωρινή μέρα στην Κρήτη. / Και όταν σε κράτησα στην αγκαλιά μου και είδα / στα χείλη σου το χαμόγελό σου ν’ ανθίζει / τα αποσχισμένα κομμάτια της ψυχής μου / άρχισαν ν’ ανακτούν τη χαμένη τους ενέργεια […]

Αξιολάτρευτη , Κωνσταντίνα μου

[…] Δίκιο είχε ο Ντοστογιέφσκι γράφοντας:  /«Η ψυχή γιατρεύεται, όταν είσαι κοντά σε παιδιά» / ευτυχώς ή δυστυχώς για σένα / δεν πληρώ το ρόλο της κλασικής γιαγιάς […]

Αντίο Θόδωρε!

[…] Είτε το θέλουμε είτε όχι / θα στρέφουν / τα βλέμματα της Ανθρωπότητας / στο ‘Τοπίο της ομίχλης’ / μέχρι να το σκεπάσει / η ‘Σκόνη του χρόνου’.

Ποια είμαι;

[…] Ίσως ο θάνατος εν όψει να ’ναι  η αιτία / και η ανάγκη μου πριν φύγω / να δω ποια ήμουν / και τι θα μείνει από μένα πίσω στο χρόνο […] Και το πρόβλημα με μένα είναι / ότι δεν ξέρω ακόμα καν ποια είμαι.

*

Εκείνα που αναζητά με την ποίησή της η Κωνστάνς είναι η ταυτότητα και επικοινωνία, με ένα λόγο διαχρονικό και οικουμενικό.  Βέβαια, έχει κατακτήσει και  ταυτότητα και επικοινωνία…

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ  2022


Εμπρός

12.07.1995

Κωνστάνς Δημά

„Από τα βάθη της ψυχής στη σκιά και στο φως“

Από το 1987 ζει στην Ξάνθη και εργάζεται ως καθηγήτρια γαλλικών η Κωνστάνς Δημά, που τις μέρες αυτές κυκλοφόρησε η τρίτη ποιητική της συλλογή.

Γεννηθηκε στο Γράμμο Καστοριάς, πέρασε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στην Τσεχοσλοβακία, σπούδασε λειτουργία και οργάνωση Τουρισμού, γαλλική και βουλγαρική φιλολογία και ολοκλήρωσε τις σπουδές της με μεταπτυχιακά στη διδασκαλία ξένων γλωσσών στη Σόφια και στις Σέβρες. Εργάστηκε ως ξεναγός, μεταφράστρια, διερμηνέος σε πολλές χώρες, ενώ τα τελευταία είκοσι χρόνια εργάζεται ως καθηγήτρια ξένων γλωσσών. Μιλά τσέχικα, γαλλικά, βουλγαρικά, ρωσικά, αγγλικά και γερμανικά.

Το 1979 πήρε το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό νέων επιστημόνων στη Σόφια με εργασία της πάνω στη συγκριτική γλωσσολογία.

Με την ποίηση ασχολείται από τα φοιτητικά της χρόνια, δημοσιεύοντας σε διάφορα περιοδικά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η πρώτη ποιητική συλλογή „Ιmο Pectore“; (δηλ. Από τα βάθη της ψυχής), κυκλοφόρησε στην Ξάνθη το 1990, περιέχει ποιήματα 1988 – 1990 (47 σελίδες).

Η ίδια η Κωνστάνς Δημά, προλογίζοντας την ποιητική της συλλογή, παρατηρεί:

Δεν είμαι ποιήτρια. Τα ποιήματά μου βγήκαν αυθόρμητα, είναι έκρηξη της στιγμής. Η ποίηση για μένα είναι μια συνεχής οδύνη, αλλά και μια συνεχής ελπίδα, όπως κάθε έρωτας“.

Ο έρωτας, σαν παρουσία και κυρίως σαν απουσία ή ανάμνηση, κυριαρχεί:

Με κοίταξες σιωπηλά κι έφυγες.

Εμεινε η φλόγα του ονείρου

η σιωπή στο βλέμμα σου και

η κραυγή της μοναξιάς μου“.

Η πίκρα της ζωής σταλαγμένη στιγματίζει την ποίησή της, ωριμασμένη:

Διδάχτηκα από πολύ νωρίς το δάκρυ αλμυρό να καταπίνω και να χαμογελώ“.

Ο διάλογος με τον „άλλο“, κύρια ανάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα με διαιτητή την „ελευθερία“, κορυφαίο θέμα της ποίησης.

Η αγάπη είν’ το κάλεσμα στη ζωή. Όταν πάψεις ν’ αγαπάς είσαι ήδη νεκρή“.

Η δεύτερη ποιητική συλλογή. „Αποχρώσεις των ονείρων“ (ποιήματα 1990-92), κυκλοφόρησε στην Ξάνθη, το 1993. Η συλλογή ξεκινά με ένα εξαίσιο ποίημα του Αγγέλου Παπαδημητρίου:

Απερίγραπτα τα μονοπάτια

που οι καρδιές μας περιδιαβαίνουν

…και

και συνεχίζει η Κωνστάνς με το τρίστιχο:

Δεν ψάχνω την κοινή αποδοχή.

Ψάχνω την αποδοχή του εαυτού μου

μες απ’ τη ροή των ονείρων μου„.

Η θεματολογία της συλλογής είναι παρεμφερής με της πρώτης, εισχωρεί όμως ο κοινωνικός χώρος περισσότερο.

Στην πατρίδα μου εκπατρισμένη σε μια εποχή „ήρεμη“.

Η φιλοσοφική, καλύτερη βιοσοφική, διάθεση εμμένει:

Η μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής η αρμονία του σώματος με την ψυχή“.

Η επαφή της Κωνστάνς με τους νέους και το εκπαιδευτικό σύστημα την ευαισθητοποιούν:

Είχε για όραμα να γίνει Προμηθέας

Δεν ήλπιζε στον ομαδικό θάνατο της ψυχής

της γενιάς των κομπιούτερ“;.

Και στο ποίημα „Παιδεία χωρίς νόημα“ δύο στίχοι ουσίας ποιητικής:

Δε μάθανε ν’ αντλούν δύναμη

απ’ το πηγάδι των ονείρων“.

Η τρίτη συλλογή της που μόλις κυκλοφόρησε „Σκιά και φώς“, ποιήματα 1993-95, είναι Ελληνο-γαλλική έκδοση, όλα είναι γραμμένα και ελληνικά και γαλλικά. Πολύ φροντισμένη έκδοση, όπως και οι δύο προηγούμενες άλλωστε, με σεβασμό στο σώμα της ποίησης. Ωριμη η ποίηση της τρίτης συλλογής:

Μπρος στην αγάπη του κόσμου

με προοπτική έναν απέραντο ουρανό

προσπάθησα να ντύσω τη χαρά μου

με λέξεις.

Μα όσες έβρισκα

ηχούσαν τόσο οδυνηρά

καθώς ένιωθα κάτω από τα δάχτυλά μου

τον τρόμο του γκρεμού“.

Αριστούργημα το ποίημα „SOS“ στη Νάντια Μόσχεν. Η αγάπη με την ωριμότητα:

Η απόσταση ανάμεσα σ’ αυτό που έχω

και σ’ αυτό που λαχταρώ

ένα τεράστιο αίσθημα απομόνωσης“.

Η Κωνστάνς Δημά με την τελευταία ποιητική συλλογή της πέρασε σε υψηλά σκαλοπάτια ποίησης. Δεν δικαιούται πια να λέγει: „Δεν είμαι ποιήτρια“.